Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί σημαντικά τόσο οι γνώσεις όσο και το ενδιαφέρον της κοινωνίας για τις Μαθησιακές Δυσκολίες. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο αριθμός των διαγνωσμένων παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες έχει σχεδόν διπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1970.
Οι μαθησιακές δυσκολίες χωρίζονται σε 2 ξεχωριστές κατηγορίες: τις γενικές και τις ειδικές, διότι έχουν και διαφορετικά χαρακτηριστικά και προκαλούνται από εντελώς διαφορετικές αιτίες.
Ένα παιδί με γενικές μαθησιακές δυσκολίες υστερεί εξίσου σε όλα τα μαθήματα, και στα γραπτά και στα προφορικά, ενώ δεν έχει κάποια ιδιαίτερη ικανότητα-ταλέντο. Αντίθετα, ένα παιδί με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες υστερεί σε έναν συγκεκριμένο μαθησιακό τομέα, π.χ. στα φιλολογικά μαθήματα, ενώ τα πάει καλά σε άλλα μαθήματα. Για παράδειγμα, το δυσλεξικό παιδί υστερεί στην ανάγνωση, στα θεωρητικά – φιλολογικά μαθήματα και στα γραπτά, ενώ τα πηγαίνει καλά στα πρακτικά μαθήματα και στα προφορικά.
Οι γενικές μαθησιακές δυσκολίες οφείλονται κατά κύριο λόγο σε χαμηλή ευφυΐα, ψυχολογικά προβλήματα και σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως μειονεκτικό οικογενειακό περιβάλλον, ανεπαρκής εκπαίδευση, υπερβολικές απουσίες, περιορισμένες ευκαιρίες για μάθηση, κτλ.. Αντίθετα, οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες έχουν νευρολογική – βιολογική αιτιολογία, είναι συνήθως κληρονομικές και προϋποθέτουν τουλάχιστον κανονική ευφυΐα.
Τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες είναι συνήθως ευφυέστατα, και παρόλο που έχουν όλους τους παραπάνω παράγοντες ευνοϊκούς, δηλαδή ζουν σε ευνοϊκά οικογενειακά περιβάλλοντα, έχουν αυξημένες ευκαιρίες και κίνητρα για μάθηση, δεν απουσιάζουν, έχουν καλούς εκπαιδευτικούς, κτλ., όμως αντιμετωπίζουν σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες. Τέλος, είναι πολύ μικρότερος ο αριθμός των παιδιών που παρουσιάζει ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Οι συχνότερες ειδικές μαθησιακές δυσκολίες είναι η δυσλεξία, η δυσορθογραφία, η δυσγραφία και η δυσαριθμησία. Το θεμελιώδες σύμπτωμα της δυσλεξίας είναι η Πολύ Αργή Ταχύτητα Ανάγνωσης διαχρονικά, ανεξαρτήτως γλώσσας. Ένα παιδί που, ενώ γνωρίζει τους γραμματικούς κανόνες, δεν μπορεί να τους εφαρμόσει, με αποτέλεσμα να είναι πολύ ανορθόγραφο, ίσως έχει δυσορθογραφία. Η δυσγραφία είναι η αδυναμία στη λεπτή κινητικότητα, με αποτέλεσμα τη δυσανάγνωστη γραφή. Τέλος, η δυσαριθμησία χαρακτηρίζεται από μεγάλη δυσκολία στα μαθηματικά, ενώ μπορεί και να αριστεύει στα φιλολογικά.
Δυστυχώς, όμως, οι μαθησιακές δυσκολίες δεν περιορίζονται μόνο στο σχολείο, αλλά φτάνουν και στο σπίτι, γεγονός που διαταράσσει τη σχέση γονιών και παιδιών. Η άγνοια δημιουργεί άρνηση και συχνά οδηγεί στην αρνητική κριτική. Αντί να κατανοούμε το παιδί μας και να το ενθαρρύνουμε, το κατηγορούμε και το επικρίνουμε γιατί το γεννήσαμε έτσι! Η καθημερινή ταπεινωτική σχολική αποτυχία και η αρνητική κριτική μειώνουν την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση του παιδιού μας και μπορούν να οδηγήσουν σε ακόμη σοβαρότερα ψυχολογικά προβλήματα.
Γι’ αυτό κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό να γνωρίζουμε τα είδη και τις αιτίες που προκαλούν τις μαθησιακές δυσκολίες. Απαραίτητη γι’ αυτό είναι η αξιόπιστη Διάγνωση ή ακόμη καλύτερα η Πρόγνωση από την προσχολική ηλικία που μπορεί να πραγματοποιηθεί από εξειδικευμένους ειδικούς παιδαγωγούς και ψυχολόγους και μόνον με αξιόπιστα και αντικειμενικά προγνωστικά και διαγνωστικά τεστ (ιδανικά με βιολογικά τεστ), για να αποφευχθούν οι καταστροφικές ψυχο-κοινωνικο-εκπαιδευτικές συνέπειες.
Γράφει η Σοφία Ράπτη